- πολιορκητικῶν
- πολιορκητικόςoffem gen plπολιορκητικόςofmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
TUTHMOSIS seu THUMMOSIS — Thebanorum in Aegypto Rex quadragelimus quartus, Misphragmuthosem patrem, Pastorum victorem, excepit, ac opus ab illo inchoatum feliciter, Pastoribus totâ Aegyptô pulsis, consunmavit. Illi quidem in Abatim, habentem circuitum 10000. iugerum, a… … Hofmann J. Lexicon universale
αρτέμων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μηχανικός από τις Κλαζομενές (5ος αι. π.Χ.). Σύγχρονος του Περικλή, τον ακολούθησε στην εκστρατεία της Σάμου, όπου ανακάλυψε και εφάρμοσε πολλά είδη πολιορκητικών μηχανών. Τον έλεγαν περιφόρητον, γιατί παρίστανε τον … Dictionary of Greek
κορώνη — I Μεγάλος παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ., 1.668 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πυλίας του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο της δυτικής ακτής του Μεσσηνιακού κόλπου, 52 χλμ. ΝΔ της Καλαμάτας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κορώνης. Ιστορία. Η Κ … Dictionary of Greek
μηχανοποιός — ο (Α μηχανοποιός) νεοελλ. αυτός που κατασκευάζει μηχανές, ο μηχανουργός αρχ. 1. αυτός που κατασκευάζει πολεμικές μηχανές 2. ο μηχανικός τού θεάτρου 3. μτφ. δράστης ή αίτιος μιας κατάστασης από δική του επίνοια και ενέργεια 4. φρ. «μηχανοποιὸν… … Dictionary of Greek
Αγησίστρατος — (3ος αι. π.Χ.).Συγγραφέας που ασχολήθηκε με τις μηχανικές επιστήμες. Ήταν μαθητής του Απολλώνιου του Περγαίου. Από το έργο του επωφελήθηκε ο Αθήναιος o Τακτικός, συγγραφέας μελέτης περί πολιορκητικών μηχανών με τον τίτλο Περί μηχανημάτων.Τον Α.… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Πολεμικό Ελλάδος — Εγκαινιάστηκε το 1975 και στεγάζεται στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας (στη γωνία με την οδό Ριζάρη), στην Αθήνα. Είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και υπάγεται στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Η συλλογή του αποτελείται από ευρήματα και ιστορικά… … Dictionary of Greek